2ο Συνέδριο του ΙΕΔΠΔ
«Αρχαιότητες και Διεθνές Ποινικό Δίκαιο. Η δικαστική προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς με διεθνείς όψεις»
Χαιρετισμός:
Νίκος Παρασκευόπουλος Υπουργός Δικαιοσύνης, Ομότιμος Καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Προεδρία:
Ευτέρπη Κουτζαμάνη, Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Γενική Εισήγηση:
Χρίστος Μυλωνόπουλος, Καθηγητής ΕΚΠΑ, Μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών: «Διεθνισμός» και «Εθνικισμός» στην ποινική προστασία αρχαιοτήτων. Η ποινική διάσταση στην υπόθεση των Μαρμάρων του Παρθενώνα
Εισηγητές:
- AndreaCastaldo, Καθηγητής Ποινικού Δικαίου Παν/μίου Σαλέρνο: Ποινική Προστασία Πολιτιστικών Αγαθών κατά το Ιταλικό Δίκαιο
- Ιωάννης Ανδρουλάκης, Λέκτωρ ΕΚΠΑ: «Ποινικές όψεις της διεθνούς διακίνησης πολιτιστικών αγαθών»
- Ιωάννης Mοροζίνης, Δ.Ν., Δικηγόρος: "Ζητήματα πλάνης στη διάθεση αρχαιοτήτων που αποτελούν προϊόντα εγκλήματος στο πλαίσιο του διεθνούς εμπορίου αρχαιοτήτων"
- Γεώργιος Μπουρμάς, Δ.Ν., Δικηγόρος: Παράνομη κατοχή μνημείου (άρθρ. 59 ν. 3028/2002) και τοπικά όρια ημεδαπών ποινικών νόμων
Ενημερωτικό Σημείωμα
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
2Ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΘΥΣ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ:
«ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΟΙΝΚΟ ΔΙΚΑΙΟ.Η ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΨΕΙΣ»
Παρουσία σημαντικών εκπροσώπων του πολιτικού και ακαδημαϊκού βίου, δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, νομικών αλλά και νέων επιστημόνων, πραγματοποιήθηκε την 17η Δεκεμβρίου 2015 στο αμφιθέατρο «Γιάννος Κρανιδιώτης» του Υπουργείου Εξωτερικών το 2ο Συνέδριο του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκού και Διεθνούς Ποινικού Δικαίου με θέμα «Αρχαιότητες και Διεθνές Ποινικό Δίκαιο. Η δικαστική προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς με διεθνείς όψεις». Οι εργασίες του Συνεδρίου ανέδειξαν φλέγοντα ζητήματα γύρω από την ποινική προστασία των αρχαιοτήτων, η οποία θέτει όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και διεθνώς μερικά από τα πλέον επίκαιρα και συνάμα ακανθώδη προβλήματα. Την εύστοχη επιλογή του υπό συζήτηση θέματος υπαγόρευσε το αναντίρρητο γεγονός ότι, η παράνομη διακίνηση αγαθών πολιτιστικής κληρονομιάς βρίσκεται διαχρονικά στο κέντρο του ποινικού ενδιαφέροντος, με τα στατιστικά στοιχεία να ενισχύουν ολοένα και περισσότερο τη διαπίστωση αυτή. Αρκεί να λάβει κανείς υπόψη του, ότι τα εγκλήματα κατά των αρχαιοτήτων συνιστούν, μαζί με την παράνομη διακίνηση ναρκωτικών και όπλων, έναν από τους μεγαλύτερους κύκλους εγκληματικής δραστηριότητας του οργανωμένου εγκλήματος με ετήσιο τζίρο που ξεπερνά τα 3 δισεκατομμύρια δολάρια!
Οι επιμέρους θεματικές του Συνεδρίου αναπτύχθηκαν διεξοδικά από τους ομιλητές κκ. Χρίστο Μυλωνόπουλο, Πρόεδρο του Ινστιτούτου και Καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, AndreaCastaldo, Καθηγητή του Πανεπιστημίου του Σαλέρνο, Ιωάννη Ανδρουλάκη, Λέκτορα του Πανεπιστημίου Αθηνών, καθώς και τους Δ.Ν. – Δικηγόρους, Ιωάννη Μοροζίνη και Γεώργιο Μπουρμά. Της εκδηλώσεως προήδρευσε η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, κα Ευτέρπη Κουτζαμάνη, η οποία αφού παρουσίασε τους συμμετέχοντες, προέβη σε επιτυχείς σχολιασμούς των εισηγήσεών τους. Κατά την έναρξη του συνεδρίου χαιρετισμό απηύθυνε ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, κ. Νίκος Παρασκευόπουλος, δίδοντας έμφαση στη σπουδαιότητα καταπολέμησης της παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Ο Καθηγητής Χρίστος Μυλωνόπουλος ανέπτυξε εισήγηση με θέμα: «Πολιτιστικός «εθνικισμός» και πολιτιστικός «διεθνισμός». Η ποινική διάσταση στην υπόθεση των Μαρμάρων του Παρθενώνα» και επιχείρησε να δείξει ότι ακόμη και με βάση τα επιχειρήματα των πολεμίων της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα η διακατοχή τους από το Βρετανικό Μουσείο είναι επιλήψιμη. Ξεκινώντας από τη σκέψη, ότι προστατευόμενο έννομο αγαθό στην ποινική νομοθεσία περί αρχαιοτήτων όχι μόνον της Ελλάδας αλλά και πολλών άλλων χωρών είναι (εκτός από το πολιτιστικό περιβάλλον και την κυριότητα) κατ’ εξοχήν η πολιτιστική κληρονομιά, επεσήμανε ότι αυτή συνίσταται στην πολιτιστική και ιστορική ταυτότητα ενός λαού και ότι η μεν ιστορική ταυτότητα προστατεύεται ήδη διεθνώς, κυρίως με τη Διακήρυξη της ΟΥΝΕΣΚΟ του 2003, η δε κυριότητα ως δικαίωμα του κράτους να διαθέτει τις αρχαιότητες κατ’ αρέσκεια κάμπτεται όχι μόνον από εσωτερικούς αλλά και από διεθνείς κανόνες που περιορίζουν δραστικά στο θέμα αυτό τα κυριαρχικά δικαιώματα του κράτους. Βάσει των εξελίξεων στο διεθνές δίκαιο η κατοχή των Μαρμάρων συνιστά έγκλημα παραλείψεως αφού δεν αποκαθίσταται η αρτιότητα του διαμελισμένου μνημείου, όπως υπάρχει εκ του διεθνούς δικαίου ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, ενώ βάσει του αγγλικού νόμου για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα (ProceedsofCrimeAct-PoCA), τα Μάρμαρα, ως προϊόν δωροδοκίας του Οθωμανού καϊμακάμη από τον Ελγιν θα πρέπει να ερευνηθεί αν αποτελούν, κατά το ισχύον σήμερα στο Η.Β. δίκαιο, προϊόν εγκλήματος που κατέχονται παρανόμως. Άλλωστε, ήδη από τις αρχές του 21ου αι. πληθαίνουν οι περιπτώσεις επιστροφής αρχαιοτήτων στα κράτη παραγωγής των.
Εν συνεχεία, ο Καθηγητής Ποινικού Δικαίου του Πανεπιστημίου του Σαλέρνο, AndreaCastaldo, παρουσίασε το νομικό πλαίσιο της Ιταλίας σε σχέση με τα πολιτιστικά αγαθά. Ευθύς εξαρχής διετύπωσε το συμπέρασμα, ότι παρά την αυξημένη προστασία που παρέχει το ιταλικό δίκαιο στα αγαθά εθνικής πολιτιστικής κληρονομιάς, τα εγκλήματα κατά της τέχνης και συνακόλουθα τα έσοδα που προκύπτουν από την παράνομη διακίνησή τους ολοένα και πληθαίνουν. Το φαινόμενο αυτό κατέστησε αναγκαία την ενίσχυση του ποινικού οπλοστασίου της γείτονας χώρας με την θέση σε ισχύ του υπ’ αριθ. 42/2004 Διατάγματος, το οποίο περιέχει πλήθος ποινικών διατάξεων για αδικήματα κατά των πολιτιστικών αγαθών. Έπειτα, προέβη σε μια εξαντλητική παρουσίαση των εγκλημάτων τέχνης, όπως αυτά τυποποιούνται τόσο στο ως άνω Διάταγμα όσο και στον ιταλικό Ποινικό Κώδικα, ενώ αναφέρθηκε με έμφαση στη δημιουργία του CCTPC, ήτοι του Αστυνομικού Σώματος που ιδρύθηκε κατόπιν σχετικής σύστασης της UNESCO με αποκλειστική αρμοδιότητα την προστασία των αρχαιοτήτων, τη διερεύνηση των εγκλημάτων τέχνης, τον εντοπισμό και την επιστροφή στην Ιταλία παρανόμως εξαχθέντων ιταλικών έργων τέχνης, την ευαισθητοποίηση του κοινού και τη συνεργασία με διεθνή όργανα. Ιδιαίτερη μνεία έκανε στην κύρωση Διεθνών Συμβάσεων από το ιταλικό κράτος, οι οποίες συμβάλλουν σημαντικά στην πρόληψη και καταπολέμηση των εγκλημάτων τέχνης. Η μεν πρώτη υπό τον τίτλο «Σύμβαση για τα Ληπτέα Μέτρα για την Απαγόρευση και την Παρεμπόδιση της Παράνομης Εισαγωγής, Εξαγωγής και Μεταβίβασης της Κυριότητας των Πολιτιστικών Αγαθών» κυρώθηκε από την Ιταλία το 1978, ωστόσο, παραμένει ελάχιστα δημοφιλής στα λοιπά ευρωπαϊκά κράτη, πιθανόν διότι τα τελευταία αδυνατούν να καθορίσουν τα αντικείμενα που συνιστούν πολιτιστική κληρονομιά, ώστε να διεκδικήσουν την επιστροφή τους. Η δεύτερη Σύμβαση «Unidroit» αποτελεί νόμο του ιταλικού κράτους από το 1999 και δίδει τη δυνατότητα σε κράτος και πολίτες να αιτούνται την επιστροφή των κλαπέντων ή παρανόμως εξαχθέντων πολιτιστικών αγαθών. Ακολούθως, προτείνει μέτρα απαραίτητα για την πάταξη του φαινομένου, όπως είναι η συνεργασία των κρατών, η πλήρωση των κενών της ποινικής νομοθεσίας και η ευαισθητοποίηση της κοινωνίας αναφορικά με τις αρχαιότητες.
Ο Λέκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιωάννης Ανδρουλάκης, ασχολήθηκε με τις ποινικές όψεις της διεθνούς διακίνησης πολιτιστικών αγαθών, ήτοι ειδικότερα με την αξιόποινη εξαγωγή και εισαγωγή πολιτιστικών αγαθών και ιδίως αρχαιοτήτων. Μετά από μια παρουσίαση του διεθνούς πλαισίου προστασίας, ανέδειξε τις αδυναμίες των υφιστάμενων συμβατικών κειμένων, που έχουν ως συνέπεια ότι κάθε χώρα αντιμετωπίζει το πρόβλημα σε μεγάλο ποσοστό με τους δικούς της, αυτόνομους κανόνες. Λαμβάνοντας αυτήν την διαπίστωση ως αφετηρία, ανέπτυξε στην συνέχεια τα επιμέρους αδικήματα του ν. 3028/2002 που αποσκοπούν ευθέως στην καταστολή της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών από κράτος σε κράτος, επισημαίνοντας ότι η έκταση προστασίας των Ελληνικών πολιτιστικών αγαθών, παρά την αυστηρότητα που διακρίνει τις εγχώριες διατάξεις, δεν μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητική, πράγμα που συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την προεκτεθείσα ανομοιογένεια των επιμέρους εθνικών συστημάτων και την έλλειψη συναίνεσης ως προς την χάραξη μιας κοινής πολιτικής στο υπό συζήτηση πεδίο. Ως χαρακτηριστικά παραδείγματα ανέφερε τα προσκόμματα που δημιουργεί στις διαδικασίες δικαστικής συνεργασίας η προϋπόθεση του διττού αξιοποίνου, την μη τιμώρηση σε άλλα κράτη της Ε.Ε. της διακίνησης Ελληνικών αγαθών προς τρίτες χώρες, και την μη κάλυψη από άλλα κράτη με τα μέσα του ποινικού δικαίου της παράνομης εισαγωγής αγαθών ξένων πολιτισμών στην επικράτειά τους.»
Ο Δικηγόρος - Δ.Ν. Ιωάννης Μοροζίνης αναφέρθηκε εκτενώς στο ζήτημα της πλάνης περί τη διάθεση αρχαιοτήτων στο πλαίσιο του διεθνούς ποινικού δικαίου. Όπως ανέπτυξε σχετικά, με το άρθρο 13 §4 του Ν. 3658/2008 θεμελιώνεται διεθνής δικαιοδοσία των ελληνικών ποινικών δικαστηρίων κατά την αρχή της παγκοσμίου δικαιοσύνης για «τα αδικήματα που προβλέπονται στις ποινικές διατάξεις του κεφαλαίου 9 του ν. 3028/2002». Η έκταση της εφαρμογής του άρθρου 55 Ν. 3028/2002, που προβλέπει μια διακεκριμένη περίπτωση αποδοχής προϊόντων εγκλήματος και αποτελεί την βασική διάταξη για την αντιμετώπιση της παράνομης διακίνησης των ελληνικών αρχαιοτήτων στην αλλοδαπή, επηρεάζει εμμέσως και την έκταση της διεθνούς ποινικής δικαιοδοσίας των ελληνικών δικαστηρίων, αφού το άρθρο 13 §4 Ν. 3658/2008 δεν καλύπτει τις περιπτώσεις που υπάγονται μόνο στο βασικό αδίκημα του άρθρου 394 ΠΚ. Ο δόλος της διακεκριμένης αποδοχής του άρθρου 55 σχετικά με την αξιόποινη προέλευση της αρχαιότητας προϋποθέτει βέβαιη γνώση ενός συμπλέγματος νομικών αξιολογικών εννοιών, που διαμορφώθηκαν βάσει της ελληνικής αντίληψης για τις αρχαιότητες, κατά την οποία αυτές είναι πράγματα εκτός συναλλαγής και ανήκουν exlege στο ελληνικό Δημόσιο. Διαπίστωσε, ωστόσο, ότι σε άλλες χώρες, ιδίως ευρωπαϊκές, υπάρχει μακρά παράδοση κατά την οποία τα πολιτιστικά αγαθά αντιμετωπίζονται ως εμπορεύματα. Αυτή η διάφορα αντίληψης μπορεί να οδηγήσει σε πραγματική πλάνη, εφόσον ο αλλοδαπός δράστης δεν αντιλαμβάνεται με μια «παράλληλη εκτίμηση στη λαϊκή σφαίρα» ότι οι ελληνικές αρχαιότητες ανήκουν κατά κανόνα στο ελληνικό Δημόσιο και είναι πράγματα εκτός συναλλαγής. Κατέληξε δε, στο ότι τα κριτήρια καλοπιστίας που περιλαμβάνει η Σύμβαση Unidroit είναι ενδείκτες ειδικά προσανατολισμένοι στην διάγνωση αυτού του δόλου αποδοχής αρχαιοτήτων προερχόμενων από αξιόποινη πράξη.
Τέλος, ο Δικηγόρος – Δ.Ν. Γεώργιος Μπουρμάς μίλησε για το θέμα της παράνομης κατοχής μνημείου κατ’ άρθρον 59 Ν. 3028/2002 και τα τοπικά όρια των ημεδαπών ποινικών νόμων. Με δεδομένο ότι η ανωτέρω διάταξη δεν προσδιορίζει ρητώς τα τοπικά όρια εφαρμογής της, οδηγήθηκε στο ότι εν προκειμένω ισχύουν οι γενικές αρχές του Διεθνούς Ποινικού Δικαίου (άρθρα 5 επ ΠΚ). Στα πλαίσια αυτής της συλλογιστικής και λαμβάνοντας υπόψη την προτεραιότητα της αρχής της εδαφικότητας (άρθρο 5 ΠΚ), επεχείρησε μια λεπτομερή ανάλυση των νομοτυπικών στοιχείων της παράνομης κατοχής πολιτιστικών αγαθών καθώς και των δογματικών χαρακτηριστικών του εγκλήματος. Κατόπιν, έθιξε επιμέρους ζητήματα εφαρμογής του Ελληνικού ποινικού Δικαίου σε αντίστοιχες βιοτικές περιπτώσεις με στοιχεία αλλοδαπότητας, τόσο αναφορικά με την αυτουργική όσο και με την συμμετοχική πράξη σε όλα τα στάδια εκτέλεσης τους, ενώ εξέτασε παρεμφερή ζητήματα, χρησιμοποιώντας ως σχετικό κριτήριο επίλυσης τις ειδικότερες παραδοχές της ενεργητικής αρχής της προσωπικότητας (άρθρο 6 ΠΚ), της παθητικής αρχής της προσωπικότητας (άρθρο 7 ΠΚ), καθώς και της αρχής της παγκόσμιας δικαιοσύνης (άρθρο 8 ια ΠΚ).
Μετά τις ως άνω εισηγήσεις ακολούθησε ζωηρή συζήτηση με τους παρευρισκομένους, η οποία κατέδειξε την επιτακτική ανάγκη αφενός μεν για ευαισθητοποίηση των πολιτών και των αρμόδιων φορέων στην αντιμετώπιση του φαινομένου, αφετέρου δε για θαρραλέες νομοθετικές πρωτοβουλίες και ορθολογικότερη προστασία των πολιτιστικών αγαθών. Κλείνοντας, ο Πρόεδρος του Ινστιτούτου εξήγγειλε τη διενέργεια εκδήλωσης για τον Ευρωπαίο Εισαγγελέα τον Μάρτιο, 2016 καθώς και την πραγματοποίηση Διεθνούς Συνεδρίου στις 3 έως 5 Ιουνίου 2016 με πλούσια θεματολογία και διακεκριμένους συμμετέχοντες από Πανεπιστήμια της Ευρώπης, Αμερικής και Ασίας.
Ευαγγελία Σκλαβόλια
Δικηγόρος, LLM
Φωτογραφίες
https://eicli.gr/el/meetings-gr/previous-gr/2o-sunedrio-iedpd#sigProIde1953f0c69